Τεχνητά γλυκαντικά: ωφέλιμα ή βλαβερά;

No Comments

Τεχνητά γλυκαντικά: ωφέλιμα ή βλαβερά;

Τα τεχνητά γλυκαντικά αποτελούν αντικείμενο έντονων συζητήσεων μεταξύ των επαγγελματιών υγείας.

Σύμφωνα με πολλούς, είναι υπαίτια για εκδήλωση καρκίνου, ενώ δρουν αρνητικά στο σάκχαρο του αίματος και επηρεάζουν την υγεία του εντέρου.

Από την άλλη, όμως, οι περισσότεροι φορείς υγείας τα θεωρούν ασφαλή και πολύς κόσμος τα χρησιμοποιεί για να μειώσει τη ζάχαρη π καταναλώνει και για να χάσει βάρος

Τι είναι τα τεχνητά γλυκαντικά;

Τα τεχνητά γλυκαντικά ή υποκατάστατα ζάχαρης είναι χημικές ουσίες προστιθέμενες στις τροφές και τα ποτά για να προσδώσουν γλυκιά γεύση.

Η γλυκύτητα τους είναι συχνά μέχρι και πολλές χιλιάδες φορές εντονότερη της επιτραπέζιας ζάχαρης.
Αν και κάποια γλυκαντικά περιέχουν θερμίδες, η ποσότητα π χρειάζεται για ένα προϊόν είναι τόσο μικρή που τελικά δεν καταναλώνονται σχεδόν καθόλου θερμίδες.

Πώς δουλεύουν τα τεχνητά γλυκαντικά;

Η επιφάνεια της γλώσσας μας καλύπτεται από πλήθος γευστικών καλύκων, από τους οποίους  καθένας περιλαμβάνει διαφορετικούς υποδοχείς για να αντιλαμβάνεται διαφορετικές γεύσεις. Όταν τρώμε, τα διάφορα μόρια του φαγητού έρχονται σε επαφή με αυτούς τους υποδοχείς, στέλνοντας σήμα στον εγκέφαλο ώστε να αντιληφθεί και να αναγνωρίσει τη γεύση.

Για παράδειγμα τα γλυκά μόρια αναγνωρίζονται από τους υποδοχείς γεύσης του γλυκού όπως ένα κλειδί από μια κλειδαριά, επιτρέποντας στον εγκέφαλο να αναγνωρίσει το γλυκό.

Τα μόρια των τεχνητών γλυκαντικών ομοιάζουν με τα μόρια ζάχαρης που αναγνωρίζονται από τους υποδοχείς του γλυκού, ενώ διαφέρουν σε γενικές γραμμές τόσο από τη ζάχαρη ώστε το σώμα δε μπορεί να τα διασπάσει σε θερμίδες/ενέργεια. Έτσι δίνουν τη γεύση του γλυκού χωρίς τις πρόσθετες θερμίδες.

Μόνο ένας μικρός αριθμός των τεχνητών γλυκαντικών έχει τέτοια δομή ώστε να αναγνωρίζεται από το σώμα και να παράγει ενέργεια. Επειδή οι ποσότητες των γλυκαντικών που είναι απαραίτητες για να δώσουν γλυκιά γεύση στα τρόφιμα είναι πολύ μικρές, τελικά καταναλώνουμε σχεδόν μηδαμινές θερμίδες.

Τεχνητά γλυκαντικά, όρεξη και σωματικό βάρος

Τα τεχνητά γλυκαντικά είναι αρκετά δημοφιλή ανάμεσα στα άτομα που προσπαθούν να χάσουν βάρος.

Παρολ’αυτά, οι επιδράσεις τους στην όρεξη και το σωματικό βάρος ποικίλουν σύμφωνα με τις διάφορες έρευνες.

Επιδράσεις στην όρεξη

Αρκετές έρευνες υποδεικνύουν ότι τα γλυκαντικά μπορεί στην πραγματικότητα να αυξάνουν την όρεξη, με αποτέλεσμα και αύξηση του βάρους. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα γλυκαντικά ενεργοποιούν το μονοπάτι στον εγκέφαλο που περιμένει την ανταμοιβή μέσω της τροφής, όμως καθώς αυτά παρέχουν μόνο τη γλυκιά γεύση χωρίς την ενέργεια που έχουν άλλες γλυκές τροφές, ο εγκέφαλος μπερδεύεται και νιώθει ακόμα πείνα.

Δημιουργείται, δηλαδή, το ερέθισμα στον εγκέφαλο, χωρίς να ακολουθεί η ανταμοιβή (τροφή) και έτσι δεν δημιουργείται αίσθημα κορεσμού. Επιπλέον, κάποιοι επιστήμονες θεωρούν ότι χρειάζονται πολύ μεγαλύτερες ποσότητες από ένα τρόφιμο με τεχνητές γλυκαντικές ύλες για να νιώσει ο άνθρωπος κορεσμό, από ότι θα χρειαζόταν από το ίδιο τρόφιμο με πρόσθετη ζάχαρη.

Τέλος, υπάρχουν ενδείξεις ότι τα ίδια τα γλυκαντικά μπορεί να δημιουργούν στον εγκέφαλο ισχυρή επιθυμία  για ζάχαρη  και γλυκές τροφές.

Αν και αυτές οι θεωρίες είναι πιθανές, σε άλλες πρόσφατες  έρευνες οι συμμετέχοντες παρατήρησαν μειωμένο αίσθημα πείνας και μικρότερη κατανάλωση θερμίδων όταν αντικατέστησαν τη ζάχαρη στα τρόφιμα και αναψυκτικά με τεχνητές γλυκαντικές ύλες.

Επιδράσεις στο βάρος

Όσων αφορά στο σωματικό βάρος, τα αποτελέσματα των ερευνών διαφωνούν στο αν υπάρχει σχέση μεταξύ της κατανάλωσης τεχνητών γλυκαντικών και παχυσαρκίας.

Σε πρόσφατες  ελεγχόμενες μελέτες, φαίνεται ότι τα τεχνητά γλυκαντικά μπορεί να μειώνουν το σωματικό βάρος, τη λιπώδη μάζα και την περιφέρεια μέσης .

Επιπλέον, στις ίδιες μελέτες, η αντικατάσταση των ζαχαρούχων αναψυκτικών, με αναψυκτικά που περιέχουν γλυκαντικά, μπορεί να μειώσει το δείκτη μάζα σώματος των ατόμων μέχρι και 1,3-1,7 μονάδες.

Άλλες μελέτες που διήρκησαν από 4 εβδομάδες έως 40 μήνες, παρατήρησαν ότι η χρήση γλυκαντικών αντί ζάχαρης, μπορεί να οδηγήσει σε μία απώλεια βάρους μέχρι και άνω των 1,3 κιλών .

Έτσι, τα αναψυκτικά με τεχνητές γλυκαντικές, μπορεί να είναι μια καλή επιλογή για τα άτομα που τακτικά καταναλώνουν αναψυκτικά, ώστε να μειωθεί η κατανάλωση ζάχαρης.

Όμως, αυτό από μόνο του δεν θα οδηγήσει σε απώλεια βάρους, αν δεν ελεχθεί  η συνολική ποιότητα και ποσότητα φαγητού και γλυκών στη διατροφή των ατόμων αυτών.

Σε άτομα που παρατηρούν ότι τα αναψυκτικά διαίτης αυξάνουν την επιθυμία για γλυκό, η καλύτερη επιλογή είναι να περιορίσουν τη χρήση οποιοδήποτε αναψυκτικού- το νερό είναι πάντα η καλύτερη εναλλακτική.

 

Ασφάλεια και παρενέργειες

Οι τεχνητές γλυκαντικές ύλες γενικά θεωρούνται ασφαλείς για κατανάλωση από τον άνθρωπο.

Υπόκεινται σε συνεχείς και προσεκτικούς ελέγχους και σε διεθνείς κανόνες ώστε η προσθήκη τους σε ποτά και τρόφιμα να είναι καθόλα διασφαλισμένη.

Παρ όλα αυτά όμως, συγκεκριμένα άτομα θα πρέπει να είναι προσεκτικά στην κατανάλωσή τους. Για παράδειγμα, η ασπαρτάμη περιέχει το αμινοξύ φαινυλαλανίνη, το οποίο σε ασθενείς μίας σπάνιας μεταβολικής πάθησης που ονομάζεται φαινυλκετονουρία(PKU), δε μπορεί να μεταβολιστεί. Αυτά τα άτομα πρέπει να αποφεύγουν οποιοδήποτε τρόφιμο μπορεί να περιέχει  το γλυκαντικό.

Άλλοι άνθρωποι, εμφανίζουν αλλεργίες σε μία ομάδα συστατικών στην οποία ανήκει η ζαχαρίνη, που ονομάζονται σουλφοναμίδες. Σε αυτούς, η κατανάλωση ζαχαρίνης μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολίες στην αναπνοή, εξανθήματα ή διάρροιες.

Τέλος, οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες, σύμφωνα με την ως σήμερα μελέτη φαίνεται να συνεισφέρουν θετικά στην υγεία των δοντιών, όταν καταναλώνονται αντί της ζάχαρης. Η αντικατάσταση της ζάχαρης από αυτές τις τεχνητές ύλες, φαίνεται να βοηθά και τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης μεταβολικού συνδρόμου και χρόνιων παθήσεων όπως καρδιαγγειακά και υπέρταση.

Καταλήγοντας:

Η χρήση των τεχνητών γλυκαντικών ανθεί στη βιομηχανία τροφίμων σήμερα, με κάποιες θετικές επιδράσεις στο βάρος και την υγεία, μόνο όταν τα συγκρίνουμε με την αντίστοιχη δράση της ζάχαρης Από μόνες τους οι τεχνητές γλυκαντικές ουσίες,  φαίνεται να έχουν σημαντικές επιδράσεις στην όρεξη και το αίσθημα κορεσμού μας, καθώς και κάποιες επιπτώσεις στην υγεία, με με πολύ σημαντική και πιο συχνή τη διαταραχή της ισορροπίας της εντερικής χλωρίδας.